Ο μύθος και το σήμερα. Ο «Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας» ως σήμα γραφής
Αφορμή για να γράψεις
μια άποψη ορισμένες φορές μπορεί να είναι μια θεατρική παράσταση. Στην
προκειμένη περίπτωση ο γράφων αναφέρεται στην προτελευταία παράσταση του
«Ευαγγελισμού της Κασσάνδρας» στις 4/4/2015 στο Κέντρο Ελέγχου και Τηλεοράσεων
όπως τον οραματίστηκε και τον απέδωσε η κ. Χρύσα Καψούλη. Το κείμενο έχει
γραφεί από τον κ. Δημήτρη Δημητριάδη με τον οποίο ούτε μας συνδέει φιλία ούτε
και έχει την ανάγκη, θέλω να πιστεύω, της διαφημίσεως. Εξάλλου η καλύτερη
διαφήμιση του καλλιτέχνη σε όποιο μετερίζι είναι το ίδιο το έργο.
Ας επιχειρήσω όμως να
απαντήσω στο γιατί με ερέθισε το συγκεκριμένο έργο να γράψω. Ο τίτλος στο παρόν
άρθρο είναι πεδίο αναφοράς. Το πρώτο σκέλος. Ο μύθος και το σήμερα. Η
αρχετυπική αξία του μύθου ως πρωτογενές υλικό σκέψης και έκφρασης. Ακολούθως, ο
επαναπροσδιορισμός του μύθου ώστε η φωνή του να είναι φωνή του σήμερα ή ο ίδιος
ο μύθος να μπολιαστεί στο σήμερα. Με άλλο τρόπο να επιβάλλεις μια τάξη, την
τάξη του σημερινού χρόνου, σε κάτι που έχει ξεπεράσει τον χρόνο. Εδώ ίσως είναι
και ένα από τα κομβικά σημεία του έργου (γράφω έργο αλλά το αντιμετωπίζω ως
κείμενο) δηλαδή το πριν και το μετά του χρόνου. Το πριν και το μετά της
επιθυμίας. Το πριν και το μετά της πράξης. Το πριν και το μετά του έρωτα. Το
πριν και το μετά της σιωπής. Αλλιώς το πριν και το μετά του τέλους. Ένα τέλος
που ακούγεται μονολεκτικά σε έναν εκτεταμένο μονόλογο, κατ’ ουσία όμως είναι
σαν μην ακούγεται ποτέ μόνο του διότι μύθος και σήμερα είναι ένα, έχουν
συντεθεί σε μία ενότητα και ψυχορραγούν το ένα μέσα στο άλλο. Ο φωτισμός του
πόθου σε ένα πριν και ένα μετά. Ο μύθος μέσα στον μύθο. Το σήμερα μέσα στο
σήμερα. Μύθος και σήμερα εκχύνονται ορμητικά το ένα μέσα στο άλλο για να
πορευθούν ως ένα σώμα. Θεωρώ ότι είναι κάτι πολύ περισσότερο το ίδιο το
κείμενο, ταυτόχρονα με μια εξαιρετική σύλληψη και ερμηνεία κατ’ εμέ, από μια
ιστορία για τον έρωτα. Τι έχει να πραγματευθεί ο Δημητριάδης;
Έναν Ευαγγελισμό,
λέξη που παραπέμπει σε πατερικά κείμενα και για μένα είναι ξεκάθαρο ανεξάρτητα
από το αν πιστεύει ή δεν πιστεύει ο συγγραφέας, η αναζήτησή του γίνεται με
σκοπό να πάει στο μετά δηλ. μετά το τέλος όπου εκεί θα είναι ξανά στο πριν. Ένα
άλλο πριν. Αυτός είναι ο δρόμος ενός θεού προσωπικού. Ίσως ο έρωτας ταυτόχρονα
με τον θάνατο και τη γραφή.
Τι άλλο έχει να
διαπραγματευθεί ο Δημητριάδης;
Μια Κασσάνδρα. Και
μια Αγαύη κατά την προσωπική μου θεώρηση. Την Αγαύη την ακούμε στη λέξη Αγάμη
όπου το προφανές είναι η λέξη Αγάπη αλλά σε αυτό θα επανέλθω. Η επικρατέστερη
ερμηνεία του ίδιου του μύθου είναι: Ο θεός Απόλλων έδωσε στην Κασσάνδρα
το χάρισμα της μαντικής και ζήτησε τον έρωτά της ως αντάλλαγμα. Η Κασσάνδρα
όμως αρνήθηκε. Τότε ο θεός την εκδικήθηκε δίνοντάς της την κατάρα του να μην
δίνει κανένας πίστη στις προφητείες της. Από αυτό το γεγονός έχει επικρατήσει
να λέμε στη νέα ελληνική « μην ακούτε ή πιστεύετε τις Κασσάνδρες» όμως σύμφωνα
με ό, τι υλικό έχει διασωθεί από τον αρχαίο μύθο όλες οι προφητείες της
Κασσάνδρας έβγαιναν αληθινές ανεξάρτητα από το αν δώσουμε εμείς πίστη σε αυτές
ή όχι. Ο Δημητριάδης διαπραγματεύεται εξαρχής τον μύθο. Η Κασσάνδρα καίγεται
ερωτικά για τον Απόλλωνα και ο Απόλλωνας για την Κασσάνδρα. Είναι ένα
γοητευτικό πριν, η σκέψη, θα μπορούσαν να ήταν όλα διαφορετικά αν αυτά τα δυο
σώματα είχαν ενωθεί. Ο Δημητριάδης τα ενώνει και όχι μόνο σπερματικά σε μια
κλίνη επάνω. Τα ενώνει δια του πόθου, με τον πόθο και για τον πόθο για να
οραματιστεί ξανά τον πόθο ως ζητούμενο αυθεντικότητας ή αλήθειας στο σήμερα,
για να πιαστούμε από κάτι την ώρα που τα πάντα δείχνουν να καταρρέουν. Εάν
υπάρχει κάτι το αγγελικό στον έρωτα είναι ο ίδιος ο πόθος. Και πέρα από τον
έρωτα ως θέμα. Για να επιτύχουμε αλλαγή μέσα μας ή έξω μας, οποιαδήποτε αλλαγή,
χρειάζεται ο πόθος. Πόθος παιδείας. Ένας άλλος μύθος είναι ότι ο άνθρωπος δεν
αλλάζει. Και όμως. Τη μεταβολή μας την διδάσκει η ίδια η φύση όπως και τις
διαφορές. Συνυπάρχουμε στη διαφορετικότητα και στις αντιθέσεις των πραγμάτων.
Συνυπάρχουμε στο πριν και στο τώρα. Με μάσκες και χωρίς μάσκες. Γυμνοί. Φως και
σκοτάδι. Σιωπή. Επιστρέφω στο μετά. Κάθομαι στο θρανίο. Τι είναι το θρανίο; Τι
είναι ένας μονόλογος; Όλα αυτά τα αντικείμενα θα εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμα
και όταν ο Απόλλων και η Κασσάνδρα είναι νεκροί.
Αυτή είναι η μια
οπτική γωνία για μένα. Μίλησα προηγουμένως για Αγαύη. Ένας μύθος μέσα στον
μύθο. Δεν γνωρίζω αν συνειδητά γίνεται αυτό από τον κύριο Δημητριάδη ή εάν
πράγματι ισχύει αυτή η οπτική αλλά την καταθέτω. Στην ελληνική μυθολογία με το
όνομα Αγαύη, που απαντάται και ως Αγαυή ή Αγάβη, είναι γνωστές τέσσερις
γυναίκες της Ελληνικής μυθολογίας. Η πιο γνωστή είναι η όμορφη κόρη του βασιλιά
των Θηβών Κάδμου και της Αρμονίας, κατά τη Θεογονία του Ησιόδου. Η Αγαύη είχε
αδελφές την Ινώ, τη Σεμέλη και την Αυτονόη, όπως γράφει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης
(Δ 2, 1). Η Αγαύη παντρεύτηκε τον Εχίονα και γέννησε τον Πενθέα (Βιβλιοθήκη Απολλοδώρου,
Γ 4, 2). Η Αγαύη, ζηλεύοντας τη δόξα της αδελφής της, της Σεμέλης, που την είχε
ερωτευθεί ο ίδιος ο πατέρας των θεών, Δίας και από αυτόν είχε μείνει έγκυος
στον θεό Διόνυσο, διέδωσε ότι η Σεμέλη έλεγε ψέματα και ότι πραγματικός πατέρας
του παιδιού που θα έφερνε στον κόσμο ήταν κάποιος θνητός. Ο Δίας τότε χτύπησε
με ένα κεραυνό του την Αγαύη. Πολύ αργότερα, όταν ο Διόνυσος μεγάλωσε και έμαθε
τις συκοφαντίες της θείας του, απεφάσισε να εκδικηθεί για την προσβολή της
μητέρας του: Πήγε στη Θήβα και προκάλεσε θεϊκή μανία στις γυναίκες, που
παρακινήθηκαν από αυτόν να εορτάσουν μία βακχική γιορτή πάνω στο βουνό
Κιθαιρώνας. Ο γιος της Αγαύης, Πενθέας, που στο μεταξύ είχε γίνει βασιλιάς των
Θηβών, θέλησε να εμποδίσει την εισαγωγή της διονυσιακής λατρείας στο βασίλειό
του, οπότε ανέβηκε απαρατήρητος στον Κιθαιρώνα για να κατασκοπεύσει τις
Μαινάδες, τις γυναίκες δηλαδή που είχαν καταληφθεί από θεϊκή μανία.
Διαμελίσθηκε όμως και κατασπαράχθηκε από την ίδια τη μητέρα του, την Αγαύη, που
βρισκόταν επίσης σε έξαλλη κατάσταση. Με αυτό τον τρόπο, ο Διόνυσος εκδικήθηκε.
Σε παραλλαγή του μύθου αυτού βασίζεται και η σωζόμενη τραγωδία Βάκχαι του
Ευριπίδη.
Τα στοιχεία που
παραθέτω εδώ είναι περισσότερα γιατί το απαιτεί το ίδιο το πράγμα. Επανέρχομαι
στο ερώτημα. Τι έχει να διαπραγματευθεί ο Δημητριάδης; Έναν Ευαγγελισμό, μια
Κασσάνδρα και μια Αγαύη. Τι κρατάμε από τα παραπάνω; Τον έρωτα, τη μανία, την
ομοηχία στο όνομα Πενθέας και τον πόθο. Τι ενώνει την θεωρία μου ή την οπτική
γωνία που εξετάζω το παρόν κείμενο ή έργο;
Αν ο πόθος είναι η
έλξη στο πένθος; Όχι όμως με τις αρνητικές σημασίες των λέξεων. Εξηγούμαι. Αν ο
πόθος είναι μια μορφή πένθους για να φτάσω στο μετά ώστε το επόμενο βήμα μου να
είναι ξανά στο πριν; Είναι σαν την κάμπια μες το κουκούλι που κάνει τον κύκλο της
και ζει από το πριν και στο πριν. Ένας ευαγγελισμός μες τον ευαγγελισμό.
Θεωρώ ότι συνηγορεί
στο πώς ερμηνεύω τα πράγματα η υποκριτική της κ.Χρύσας Καψούλη και συγκεκριμένα
το ευρηματικό τέχνασμα σε ένα χρονικό σημείο ώστε να βλέπουμε μια σκιά στα αριστερά
ή στο πριν, μια δεύτερη σκιά στα δεξιά ή στο μετά και μπροστά από τις δυο σκιές
τον πόθο. Αλλιώς, Κασσάνδρα, Αγαύη, Ευαγγελισμός ή πόθος.
Επίσης ευρηματική
είναι η λέξη Αγάμη στην οποία μετά τον αναγραμματισμό (και εδώ παρατηρούμε το
πριν και το μετά) έχουμε τις ακόλουθες λέξεις: μη άγα ενδεχομένως στη
σιωπή των λέξεων της αρχαίας ελληνικής «μηδέν άγαν» που σημαίνει «κάνε τα πάντα
με μέτρο ή χωρίς υπερβολή», επίσης ζητούμενο στο σήμερα.
Θα κλείσω με το
ακόλουθο σχόλιο σύμφωνα με τον τίτλο, «Ο Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας ως σήμα
γραφής». Χρησιμοποιώ τη λέξη σήμα για να περιγράψω τον θάνατο ή τη φθορά του
πράγματος. Το τέλος μέσα στο τέλος. Αλλά τίποτε δεν τελειώνει στο τέλος. Ένα
σήμα, ένα ίχνος που αφήνει η ίδια η γραφή και η θεατρική πρόσληψη στον χρόνο.
[Πηγή: Palmografos.com, 13/05/2015]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου