Ασσασίνοι: Η Συνωμοτική Αδελφότητα του Ισλαμικού Κόσμου
Ο Χασάν ιμπν Σαμπάχ, ή
«Γέρος του Βουνού», και οι κήποι του Αλαμούτ, όπως τους περιγράφει ο Μάρκο Πόλο
|
«Εσείς έχετε την
κόκα-κόλα, εμείς έχουμε τον θάνατο» Μουλάς Ομάρ
Οι Ασσασίνοι, ή Χασασίνοι, οι εκτελεστές (από το αραβικό χασισίν = αυτοί που καπνίζουν το χασίς) ήταν οι στρατιώτες του Χασάν ιμπν Σαμπάχ, γνωστού και ως ο
«Γέρος του Βουνού». Την
πρώτη «ιδιοκτησία του επίγειου Παράδεισου» για πολιτική εκμετάλλευση στην
ιστορία κατείχε ο Χασάν ιμπν Σαμπάχ, που γεννήθηκε στην Περσία, στην πόλη Κουμ,
το 1040μ.Χ. περίπου και, σε νεαρή ηλικία, ταξίδεψε στην Αίγυπτο, όπου, από τους
Νταήδες της αίρεσης των Ισμαηλιτών, μυήθηκε στα απόκρυφα δόγματα και έγινε και
ο ίδιος Νταής, δηλαδή απόστολος της αίρεσης.
Οι ριζοσπαστικές του
ιδέες προκάλεσαν σάλο στην αυλή του Καΐρου και την αποβολή του από τις τάξεις
της. Μάλιστα, για να απαλλαχτούν τελείως από την παρουσία του, τον επιβίβασαν
σ’ ένα πλοίο και τον άφησαν ελεύθερο στις ακτές της Συρίας. Από εκεί επέστρεψε
στην Περσία, όπου το έδαφος ήταν πρόσφορο για την καλλιέργεια των ακραίων ιδεών
του. Εκεί συνέστησε μια νέα μυστική αίρεση, σύμφωνα με το υπόδειγμα της
αιγυπτιακής.
Σε πολύ σύντομο
χρονικό διάστημα, απόκτησε πολλούς οπαδούς και έβαλε τις βάσεις του κράτους, το
οποίο μετατράπηκε σε φόβητρο των γειτόνων του. Η δημιουργία της
πολιτικοθρησκευτικής αυτής αίρεσης των Σιιτών, είχε ως κυριότερη αιτία και
σκοπό την αντιπολίτευση εναντίον κάθε χαλιφικού οίκου, που δεν καταγόταν από
τον Αλή, και ιδιαίτερα την ανατροπή των Αββασιδών.
Δεν υπάρχει άλλη
ισλαμική αίρεση που να έχει λάβει τόσο θρυλικές διαστάσεις και όχι μόνο στο
επίπεδο της θρησκείας αλλά και στο πολιτικό και στους κόλπους των πλέον ακραίων
τάσεων της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας. Ο ιδρυτής της, Χασάν ιμπν Σαμπάχ, είχε
σπουδάσει θεολογία και είχε συνδεθεί φιλικά με τον μεγάλο ποιητή Ομάρ Καγιάμ,
τον φημισμένο δημιουργό των Ρουμπαγιάτ. Επηρεασμένος από τον αιρεσιάρχη Ισμαήλ
ιμπν Ιμάμ Ντζατέρ, ο Σαμπάχ επιδόθηκε συστηματικά στην εκπόνηση και τη διάδοση
αιρετικών δοξασιών, και πέρασε στην ενεργό δράση, καταλαμβάνοντας μα πανέξυπνο
τρόπο το 1090 μ.κ.ε. το περσικό φρούριο Αλαμούτ, που βρίσκεται στο βουνό
Ρουδβάρ στη βορειοδυτική Περσία.
Αλαμούτ σημαίνει
κυριολεκτικώς «το δίδαγμα του αετού», αλλά έμεινε γνωστό ως «αετοφωλιά». Εκεί
έχτισε τα ανάκτορά του, από τα οποία δεν βγήκε παρά μόνο δύο φορές μέχρι το
τέλος της ζωής του, το 1124, σε ηλικία 70 ετών. Από εκεί κατεύθυνε τους οπαδούς
του, για την πραγματοποίηση του σκοπού του, ο οποίος ήταν η επικράτηση των
δογμάτων της αίρεσης και η παγκόσμια κυριαρχία. Εκεί δημιούργησε και τον
«Παράδεισο», για ν’ αποπλανήσει και να φανατίσει σε έπακρο σημείο τους πιστούς
του.
O Επίγειος Παράδεισος
και οι Εκτελεστές
Το σχέδιό του για την υλοποίηση του ονείρου της πλανητικής κυριαρχίας των
Ισμαηλιτών ήταν απλό, υποχθόνιο και φρικιαστικό. Ο Χασάν ιμπν Σαμπάχ, ο
Ηγεμόνας του Βουνού, έλεγε:
«Αντί να ανατρέπουμε
τα βασίλεια με τις μάχες, ας ανατρέπουμε τους βασιλιάδες με το μαχαίρι. Έτσι θα
συγκεντρώσουμε όλη την ισχύ στα χέρια μας. Σήμερα όλοι το περιφρονούν το
μαχαίρι, εμείς θ’ αναστηλώσουμε την υπόληψή του και θα το καθαγιάσουμε,
χρησιμοποιώντας το για τη διάδοση της θρησκείας μας, πολεμώντας μ’ ένα νέο σύστημα
ενάντια στις δυναστείες και τα άτομα που τις εκπροσωπούν. Γλιστρώντας
απαρατήρητοι μέσα στα στρατεύματά τους και χτυπώντας με τα μαχαίρια στις
καρδιές τους, θα εξοντώσουμε όλους τους πολιτικούς αντίπαλους, βασιλιάδες και
στρατηγούς».
Μέσα στα διπλά τείχη
του Αλαμούτ συγκεντρώθηκαν όλα όσα ήταν σε θέση να εξάψουν τις αισθήσεις και τη
φαντασία των οπαδών του, που προορίζονταν για εκτελεστές κάθε διαταγής του, με
αντάλλαγμα τον «Παράδεισο» ή, μάλλον, την επιστροφή τους στον «Παράδεισο», τον
οποίο είχαν γευτεί ναρκωμένοι μέσα στα πολυτελή ανάκτορα του Γέρου του Βουνού
στην αγκαλιά πανέμορφων γυναικών…
Οι Εκτελεστές
προέρχονταν από προσήλυτους της κατώτερης τάξης, που είχαν κατηχηθεί από τους
Νταήδες και είχαν κριθεί άξιοι για τον «Παράδεισο». Μετά το πέρας της
κατήχησης, μεταφέρονταν στους θαυμάσιους κήπους των ανακτόρων, όπου ναρκωμένοι
από ινδική κάνναβη και άλλες ουσίες, απολάμβαναν κάθε δυνατή απόλαυση από τις
θελκτικότατες γυναίκες, τα Ουρί του Παράδεισου, που τους αποκοίμιζαν μέσα σε
μια ηδονική ατμόσφαιρα. Μετά το ξύπνημά τους επανέρχονταν στη φυσιολογική τους
ζωή, έχοντας την έντονη εντύπωση, ότι είχαν δοκιμάσει για λίγες ημέρες τις
ηδονές του μέλλοντος Παράδεισου των Ισμαηλιτών και τίποτα πλέον δεν μπορούσε να
τους συγκρατήσει.
Ο θάνατος ήταν η
υπέρτατη αμοιβή τους, αυτός
θα τους παρείχε, εφόσον έφερναν σε πέρας την αποστολή τους, τις χαρές και τις
εκστάσεις του μαγευτικού Παράδεισου που είχαν προγευθεί.
Οι Εκτελεστές,
Ασσασίνοι ή Χασασίνοι (από
το αραβικό χασισίν = αυτοί που καπνίζουν το χασίς), εισέδυαν στα ιδιαίτερα
των προγραμμένων από τον Χασάν ηγεμόνων με απερίγραπτο θάρρος και τους
θανάτωναν με τα μαχαίρια τους χωρίς καμία απολύτως τύψη. Χιλιάδες τέτοιων
φανατικών δολοφόνων απεσταλμένοι από το «Γέρο του Βουνού» στις διάφορες
μουσουλμανικές χώρες εξολόθρευαν αυτούς εναντίον των οποίων στρεφόταν η αίρεση,
ιδίως τους ηγεμόνες που ανήκαν στο δόγμα των Σουνιτών.
«Σε Τίποτα να μην
Πιστεύεις και να Τολμάς τα Πάντα»
Οι οπαδοί ή τα μέλη
της αίρεσης αυτής, που έμοιαζε με μυστική εταιρεία, καλούνταν από τους ιστορικούς
της Ανατολής Ισμαηλίτες και μυούνταν στις μυστικές διδασκαλίες, που ήταν
διαφόρων τάξεων και βαθμών και διαιρούνταν σε τρεις κλάσεις και επτά βαθμούς.
Αυτοί που ανήκαν στην πρώτη κλάση καλούνταν Νταήδες ή κύριοι, της δεύτερης
Ρεφίκοι ή σύντροφοι και της τρίτης Φεβαδί ή ιεροί. Όλοι ήταν προορισμένοι στη
θυσία της ζωής τους και βέβαια στην αφαίρεση της ζωής των εχθρών τους. Σύμφωνα
με τον Χάμμερ, ο οποίος έγραψε την ιστορία της αίρεσης των Ασσασίνων, για τον
μυημένο στον έβδομο βαθμό το βασικό δόγμα ήταν: «Σε τίποτα να μην πιστεύεις και
να τολμάς τα πάντα».
Οι αρχηγοί της
αίρεσης διασπαρμένοι στην Ασία και την Αφρική επαγγέλονταν τον ερχομό του
Μαχδή, του απεσταλμένου από το γένος του Αλή. Μερικοί απ’ αυτούς κατόρθωσαν να
ιδρύσουν δυναστείες σε απόμακρες γωνιές του αχανούς χαλιφικού κράτους. Από
αυτούς ιδρύθηκε στην Αίγυπτο η δυναστεία των Φατιμιδών χαλιφών, από τους
οποίους προστατευόμενοι οι οπαδοί της αίρεσης απέστειλαν εκπροσώπους στο κράτος
των Αββασιδών.
Ένας από αυτούς ήταν
και ο ηγέτης τους Χασάν ιμπν Σαμπάχ ο οποίος, καταλαμβάνοντας το φρούριο
Αλαμούτ, ίδρυσε στα τέλη του 11ου αιώνα μ.Χ. το αποκαλούμενο Ασσασινικό κράτος
και πήρε το όνομα Σεχ ελ Τζεβέλ, δηλαδή «Γέρος του Βουνού», παρόλο που ο τίτλος
αυτός ανήκε σε ορισμένους επικεφαλής των Ασσασίνων της Συρίας, όπου είχε
εξαπλωθεί η αίρεση. Η σέχτα του Χασάν ιμπν Σαμπάχ θεωρείται η πρώτη οργανωμένη
ομάδα, που έδρασε καθιερώνοντας την τρομοκρατία.
Περιγραφές για τη
δράση τους έχουμε από τον Μάρκο Πόλο, αλλά και από τα χρονικά των Σταυροφοριών,
που είναι γεμάτα από σχετικές αναφορές. Επίσης, ο Μάρκο Πόλο, ο μεγάλος αυτός
ταξιδευτής, αναφέρει ότι ο Σαμπάχ είχε μεταμορφώσει την κοιλάδα του Αλαμούτ σε
εξαίσιο κήπο, είχε κτίσει πανέμορφα παλάτια και υπέροχες επαύλεις.
Μάλιστα γράφει ότι
«υπήρχαν ακόμη ρυάκια, όπου κύλαγε άφθονο κρασί και γάλα και μέλι και νερό και
πολλές γυναίκες και από τις πιο όμορφες κοπέλες του κόσμου, που έπαιζαν όλων
των ειδών τα όργανα και τις μουσικές, χόρευαν και τραγουδούσαν τόσο γλυκά και
ωραία, που ήταν χάρμα να τις βλέπεις. Γιατί σκοπός του Γέροντα ήταν να κάνει
τους πιστούς του να παραδεχτούν πως τούτος εδώ ήταν ο αληθινός παράδεισος».
Η καταστροφή του Αλαμούτ από τον Χουλαγού Χαν |
Η Κοσμοθεωρία και η
Παρακμή των Ασσασίνων
Οι Ασσασίνοι υποστήριζαν ότι ο κόσμος δεν
δημιουργήθηκε και ότι ο Χρόνος είναι απεριόριστος. Αντιστέκονταν στο μόχθο του
κόσμου και στον ζυγό του νόμου και θεωρούσαν ότι κομίζουν ένα μήνυμα σωτηρίας,
μιαν επαγγελία μεσσιανικής εκπλήρωσης, μιαν ελπίδα που μπορεί και πρέπει να
πραγματωθεί. Οι ηδονές που προσφέρονταν σπάταλα στο Αλαμούτ έκαναν τους Ασσασίνους
ατρόμητους και χαλύβδωναν την πίστη τους.
Ο κόμης της
Καμπανίας, που επισκέφτηκε τον Γέρο του Βουνού, έγινε μάρτυρας του εκπληκτικού
περιστατικού της ταυτόχρονης ρίψης δύο φρουρών από την κορυφή ενός πύργου,
ύστερα από νεύμα του ηγεμόνα τους, που ήθελε να του δώσει μια ιδέα της επιβολής
του. Επίσης, στο Αλαμούτ οι θελκτικότατες γυναίκες ερωτοτροπούσαν ελεύθερα με
τους πιστούς, όπως γράφει ο Μάρκο Πόλο, οι καρδιές των οποίων ευφραίνονταν
διαρκώς, είχαν ό,τι αναζητάει να βρει ένας νέος και δεν έφευγαν ποτέ
οικειοθελώς από εκείνο το μέρος. Συνδύαζαν τον ψυχρό υπολογισμό με το φανατικό
ζήλο και επινόησαν μια τριπλή στρατηγική: διείσδυση, οχύρωση, επίθεση.
Μετά τον θάνατο του
Χασάν στο Νταϋλάμ της Περσίας το 1124 τον διαδέχτηκε ο Κι-Βουζουργομίδης και
αυτόν ο γιος του Μωάμεθ, η βασιλεία του οποίου χαρακτηρίστηκε από τη δολοφονία
δύο χαλιφών. Τον Μωάμεθ διαδέχτηκε το 1138 ο Δαϊλκεμπίρ, ενώ το 1163 ακολούθησε
ο γιος του Δαϊλκεμπίρ, ο Χασάν Β΄, ο οποίος πλήρωσε με τη ζωή του το λάθος του
ν’ αποκαλύψει το μυστικό του «Παράδεισου» στους υπηκόους του. Δολοφονήθηκε από
τον αδελφό της γυναίκας του. Από εδώ και πέρα ξεκινάει η παρακμή των Ασσασίνων.
Το οριστικό τέλος
τους σφραγίστηκε το 1256 από τους Μογγόλους και τον ηγεμόνα τους Χουλαγού και
Βιβάρ, ο οποίος κυρίευσε τα φρούριά τους και κατάλυσε τον «Παράδεισό» τους.
Εξουθενώθηκαν τελείως από την σφαγή του Τιμούρ το 1391. Μέρος της αίρεσης
εγκαταστάθηκε τότε στην περιοχή γύρω από τον Λίβανο, τρομοκρατώντας με τους
φόνους τους Χριστιανούς των εκεί σταυροφορικών κρατών, πολλοί ηγεμόνες των
οποίων έπεσαν κάτω από το μαχαίρι των Ασσασίνων. Η δυναστεία του Χασάν ιμπν
Σαμπάχ διατηρήθηκε για τέσσερις γενιές. Υπολείμματά τους σώζονται μέχρι σήμερα
στην περιοχή του Περσικού Κόλπου και πιθανώς να έχουν επηρεάσει οι ιδέες τους σύγχρονους
μουσουλμάνους καμικάζι, οι οποίοι ζωσμένοι εκρηκτικά εισβάλλουν σε πολυπληθή
κέντρα των αντιπάλων τους και αυτοκτονούν, αφαιρώντας τη ζωή πολλών αθώων
συνανθρώπων τους.
Οι Σημερινοί Νέοι
Ασσασίνοι
Σήμερα
οι δύο μεγάλοι ηγέτες των σύγχρονων Ασσασίνων, ο Τζορτζ Μπους τζούνιορ και ο
Οσάμα Μπιν Λάντεν διαχειρίζονται με τεράστια επιτυχία τον ανθρώπινο φόβο. Το
δόγμα των μονοθεϊσμών «όσοι με πιστέψουν, θα σωθούν» συνοδευόμενο με το «ο μη
ων μετ’ εμού κατ’ εμού εστί» είναι η κλασσικότερη συνταγή σκλαβιάς. Δεν είναι
τυχαίο πως οι θρησκείες είχαν πάντοτε και εξακολουθούν να έχουν πέραση στους
πεινασμένους και στους αδικημένους, γιατί τάζουν μια απόλυτη όσο και
ολοκληρωτική δικαιοσύνη, αφανισμό των εχθρών, αιώνια λύτρωση, ηδονικό παράδεισο
και ολόμαυρη κόλαση, δηλαδή σχήματα τρόμου που ναρκώνουν την επίγεια μιζέρια
και δυστυχία.
Δεν είναι καθόλου
τυχαίο, ότι ένα μέρος των πεινασμένων και αδικημένων του σύγχρονου κόσμου,
δηλαδή ολόκληρος σχεδόν ο αραβικός κόσμος έχει εναποθέσει την άλλοτε πολιτική
αγωνία του για ένα καλύτερο αύριο στην αποκλειστική διάθεση και διαχείριση του
Ισλάμ, που εφαρμόζει επάνω του το μετασχηματισμό της απόγνωσης σε όπλο θανάτου.
Έτσι, οι άντρες γίνονται μουτζαχεντίν, με άλλα λόγια Ασσασίνοι, οι
γυναίκες γίνονται απρόσωπα όντα και οι άνθρωποι γενικά μετατρέπονται σε
«στρατιώτες της πίστης», δηλαδή υπηρέτες του τζιχάντ.
Εν τω μεταξύ ο
σκηνοθέτης Τέο Βαγκ Γκογκ δολοφονείται τελετουργικά με σφαίρες και με μαχαίρι
στη μέση του Άμστερνταμ, γιατί γύριζε σε ταινία το βιβλίο της πρώην μουσουλμάνας
Ολλανδής βουλευτή, της Αγάν Χίρσι Αλί, η οποία επικηρύσσεται επειδή καταγγέλλει
σε αυτό το βιβλίο την σκλαβιά των γυναικών του Ισλάμ. Παράλληλα, ο
προαναγγελθείς εξ ουρανών θάνατος, έτσι όπως τον βαστούν στα ακροδάχτυλά τους
οι πιλότοι των αμερικάνικων βομβαρδιστικών ή οι πιστοί μαχητές των μουλάδων
(νεοασσασίνοι) είναι κάτι που μένει απόλυτα απόμακρο από οποιαδήποτε ανθρώπινη
δικαιοσύνη, ακριβώς για το λόγο ότι αποτελεί την «ύψιστη δικαιοσύνη».
Παρατηρούμε, λοιπόν,
ότι η ονομασία των Ασσασίνων μεταφέρθηκε σε όλο τον κόσμο και πολιτογραφήθηκε
στις γλώσσες των εθνών με την έννοια του δολοφόνου. Κάτι που ισχύει μέχρι
σήμερα. Τα κατορθώματα των Ασσασίνων και κυρίως η φανατική αφοσίωσή τους
έφθασαν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης ακόμη και για τους Προβηγκιανούς
τροβαδούρους. «Με κάνεις ό,τι θέλεις», λέει ένας από αυτούς στην αγαπημένη του,
«πιο πολύ κι απ’ το Γέρο που διατάζει τους Ασσασίνους του να πάνε να σκοτώσουν
τους εχθρούς του». Κι ένας άλλος τραγουδάει περήφανα, «όπως οι Ασσασίνοι
υπηρετούν αδιάκοπα τον αφέντη τους έτσι υπηρέτησα κι εγώ πιστά κι ακλόνητα τον
έρωτα».
"Ο Γέρος του Βουνού", πίνακας του Ουίλιαμ Μπάροουζ |
Οι Επιρροές των
Ασσασίνων
Σημαντικότατη είναι η επιρροή που άσκησε η προσωπικότητα του Γέρου του Βουνού
στον Ουίλιαμ Μπάροουζ και στους λετριστές φίλους του Γκυ Ντεμπόρ. Ο Μπάροουζ
αναφέρει τον Χασάν ιμπν Σαμπάχ σχεδόν σε όλα του τα βιβλία, και σχεδόν
ταυτίστηκε μαζί του. Στη Βίβλο των Αναπνοών (εκδ. Ελεύθερος Τύπος, μτφρ.
Γιώργος Γούτας) αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο αποκλειστικά στους Ασσασίνους
και στις μεθόδους τους, προσπαθώντας να αναλύσει το μυστικό με το οποίο ο Γέρος
του Βουνού εκπαίδευε και φανάτιζε τους οπαδούς του.
Ακόμη υιοθέτησε
μεθόδους του Χασάν ιμπν Σαμπάχ και, κυρίως, τη βασική του πεποίθηση ότι «Τίποτα
δεν είναι αληθινό, όλα επιτρέπονται» κάτι που έχει αναλύσει και ο
Φρειδερίκος Νίτσε.
Ο Ντεμπόρ, από τη
δική του πλευρά, στο κείμενο της αυτοβιογραφικής ταινίας του In girum imus
nocte et consumimur igni (εκδ. Ελεύθερος Τύπος, μτφρ. Πάνος Τσαχαγέας),
αναφερόμενος στον κύκλο των λετριστών, που συγκροτήθηκε σε πρωτοποριακό
καλλιτεχνικό και πολιτικό ρεύμα, γράφει: «Όσοι είχαν συγκεντρωθεί εκεί έμοιαζαν
να έχουν υιοθετήσει ως μοναδική αρχή δράσης, ευθύς εξαρχής και δημοσίως, το
μυστικό που ο Γέρος του Βουνού μεταβίβασε, καθώς λένε, την ύστατη ώρα, στον πιο
έμπιστο από τους φανατικούς υπαρχηγούς του:«Τίποτα δεν είναι αληθινό,
όλα επιτρέπονται».
Τέλος, ο Μπέρναρντ
Λιούις στο βιβλίο του Οι Ασσασίνοι (εκδ. Τροχαλία, μτφρ. Γιώργος Γούτας) αφήνει
να διαφανεί η διαδρομή από τους Ασσασίνους στη σύγχρονη εποχή, γράφοντας ότι
«το υπόγειο ρεύμα της μεσσιανικής ελπίδας και της επαναστατικής βίας, που τους
είχε δώσει την αρχική ώθηση, συνέχισε να κυλά, και τα ιδανικά και οι μέθοδοί
τους βρήκαν πολλούς μιμητές. Γι’ αυτό και οι μεγάλες αλλαγές της εποχής μας
έχουν γεννήσει νέες αιτίες θυμού, νέα όνειρα για εκπλήρωση και νέα όπλα
επίθεσης».
Χρήστος Ντικμπασάνης, Συγγραφέας και Θρησκειολόγος
[Πηγή: terrapapers]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου